Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΗ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑ ΚΑΙ PANZANELLA ΤΟΣΚΑΝΗΣ

ΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΝΥΧΤΕΣ ΣΤΗ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑ ΚΑΙ
PANZANELLA ΤΟΣΚΑΝΗΣ


Αν μικρός ερωτευτείς βαριά, μένεις σαν στήλη άλατος μπροστά στο ίνδαλμά σου…
Καλωσόρισες και πέρνα μέσα γιατί το μενού σήμερα έχει μια ιστορία έρωτα, μια παιδική φάρσα και μια… Panzanella Τοσκάνης!

Πήγα κι εγώ κάποτε στη Φλωρεντία… «Πόλη της Ιταλίας, πρωτεύουσα της περιφέρειας της Τοσκάνης και της ομώνυμης επαρχίας η οποία από το 1865 έως το 1870 ήταν η πρωτεύουσα του Βασιλείου της Ιταλίας», όπως λέει το λεξικό.

Έναν ολόκληρο μήνα έζησα εκεί. Φίλη της μητέρας μου πήρε το κλειδί του διαμερίσματος ενός ανιψιού της, που σπούδαζε Ζωγραφική εκεί κι είχε γυρίσει για διακοπές στην Ελλάδα. Μαζί με τις δυο έφηβες κόρες της, τη μάνα μου κι εμένα, απολαύσαμε 30 μέρες σε έναν από τους ωραιότερους τόπους της γης.

Λεφτά πολλά οι μανάδες δεν είχανε. Τους τα έφαγαν τα εισιτήρια και οι ξεναγήσεις στα αξιοθέατα, μέχρι την Σιένα και την Πίζα έφτασε η χάρη μας. Οπότε, πολύς ποδαρόδρομος και πτωχικό φαί…

Οι Ιταλοί, όπως κάθε Μεσογειακός λαός, πέρασαν κατά καιρούς μεγάλες φτώχειες. Ήταν όμως και καλοφαγάδες. Έτσι, οι πολυμήχανες νοικοκυρές δημιουργούσαν υπέροχα λαχταριστά πιάτα, με το «τίποτα» σχεδόν. Το συγκεκριμένο γεννήθηκε στην Τοσκάνη είναι πεντανόστιμο, χορταστικό και δεν χρειάζεται μαγείρεμα!

Το μάθανε λοιπόν τότε οι μανάδες μας και μας το έφτιαχναν μετά τις περιηγήσεις για μεσημεριανό.

PANTZANELLA (Παντζανέλλα)
(δόση για 2 άτομα)

4 φέτες χωριάτικο ψωμί μιας μέρας (ανάλατο Τοσκάνης)
4 μικρές σφιχτές ντομάτες
1 μικρό αγγούρι ξεφλουδισμένο
½ κόκκινο κρεμμύδι
10 φύλλα φρέσκος βασιλικός
3 κ.σ. λευκό ξύδι κρασιού
6 κ.σ. αγνό παρθένο ελαιόλαδο (είναι σημαντικό συστατικό)
αλάτι και πιπέρι

Αφαιρώ την κόρα από τις φέτες ψωμί και τις βρέχω στιγμιαία με νερό. Τις στύβω πολύ καλά να φύγουν τα νερά για να μη «λασπώσουν». Τρίβω το ψωμί με τα δάχτυλα μέσα σε μια σαλατιέρα. Άλλοι το προτιμούν χοντροκομμένο, κι άλλοι ψιλοκομμένο (να μοιάζει σαν το κουσκούς). Προσθέτω τις ντομάτες κομμένες, το αγγούρι και το κρεμμύδι σε ροδέλες. Ρίχνω και τον βασιλικό ψιλοκομμένο ή τσακισμένο με τα δάχτυλα. Χτυπάω το λαδόξυδο και το ρίχνω στη σαλατιέρα. Τέλος προσθέτω αλάτι και φρεσκοτριμμένο πιπέρι και ανακατεύω καλά. Σερβίρω αμέσως ή το αφήνω για 30’ στο ψυγείο.

Μου είπαν πως στην παραδοσιακή εκδοχή δεν χρειάζεται καν το αγγούρι. Όλο το γούστο σε αυτή τη συνταγή είναι πως είναι απλή και πτωχική. Οτιδήποτε λουσάτο, χλιδάτο, τρέντι κλπ εδώ δεν επιτρέπεται. Οτιδήποτε ψημένο, παστό ή καπνιστό, όπως και το τυρί απαγορεύονται, λέει. Ούτε κρουτόν, ούτε ξύδι balsamico.

ΜΙΑ ΠΑΙΔΙΚΗ ΦΑΡΣΑ

Τα απογεύματα, πέφταμε για ύπνο ξερές. Ύστερα, οι δυο μανάδες έπιαναν τον καναπέ και διάβαζαν ή έπαιζαν κανένα χαρτί μέχρι να κοιμηθούμε. Eμείς, οι κορασίδες, «σαπίζαμε» στη μοναδική κρεβατοκάμαρα. Το φοιτητικό δυαράκι είχε και έγχρωμη τηλεόραση! Στην Ελλάδα, τα περισσότερα σπίτια τότε ακόμα δεν είχανε. Όμως, τι να σου κάνει το χρώμα; Τα προγράμματα ήταν αηδίες. Τηλεπαιχνίδια με ανόητες ερωτήσεις, σόου με περίπου τραγουδιστές, πλαστικές τηλεπαρουσιάστριες που σαν να είχαν ξεχάσει να ντυθούν. Όλο μπλα-μπλα και σαχλαμάρα. Τότε ακόμα, η ελληνική τηλεόραση έπαιζε συχνά κάτι ποιοτικό κι είχαμε καλομάθει. Μια, δυο, τρεις εβδομάδες τα ίδια και τα ίδια, βαρεθήκαμε!

Ένα βράδυ ζητήσαμε από την «εξουσία» να μας βγάλουν έξω. Αλλά αυτές - η εξουσία - λεφτά δεν είχανε. «Αποκλείεται», μας λένε. Αποκλείεται;… Μη μου πεις εμένα αυτή τη λέξη. Το κάνεις χειρότερο! Πιάνω τις φίλες μου και ψου-ψου-ψου στήνουμε την παρακάτω αξεπέραστη φάρσα. Μια από τις καλύτερες φάρσες της ζωής μου, και είναι ολόκληρη δικής μου έμπνευσης!

Αφήνουμε τη «μεγάλη» έξω από την πόρτα, να φυλάει τσίλιες. Μπαίνουμε οι δυο μικρότερες στην κρεβατοκάμαρα. Στερεώνουμε ένα από τα μαξιλάρια στο ένα φύλλο του ντουλαπιού στο πατάρι. Του «φοράμε» σαν ράσο ένα λευκό μονό σεντόνι. Δένουμε στο πόμολο του παταριού έναν μακρύ σπάγκο που φτάνει μέχρι το πάτωμα. Του κάνω μια θηλιά να μπορώ να το πιάσω. Κλείνω το πατάρι με το μαξιλάρι-φάντασμα μέσα. Αφήνω την τηλεόραση ανοιχτή, ως φωτιστική πηγή, να παίζει χωρίς ήχο. Λέω στη φίλη μου να κρυφτεί κάτω από το κρεβάτι. Σβήνω το φως και τρέχω δίπλα της να κρυφτώ κι εγώ. Με το ένα, με το δύο, με το τρία… πατάμε ταυτόχρονα και οι δυό μια σπαραχτική τσιρίδα σαν να μας χτύπησε το ηλεκτρικό ρεύμα! Ήταν θέμα δευτερολέπτων…

Ανοίγει η πόρτα και μπαίνουν μέσα έντρομες οι μανάδες. Αμάν, τι πάθανε τα παιδιά; Με το που μπαίνουν, όπως είμαι κρυμμένη κάτω από το κρεβάτι, τραβάω τον σπάγκο. Ανοίγει σαν από μόνο του το πατάρι και πετάγεται από μέσα το «φάντασμα»! Αυτές, μόνο που δεν λιποθύμησαν.

Ακολούθησε το «έλα να δεις» και γινήκαμε...σαλάτα! Όμως αντιλήφθηκαν πως, για να φτάσουν τα παιδιά τους σε τέτοιες πράξεις, μάλλον καλό θα ήταν να τα βγάλουν λίγο έξω, μια βόλτα να δουν τη Φλωρεντία by night. Έτσι, κάναμε γύρω-γύρω το… τετράγωνο, φάγαμε και από ένα παγωτό και τελικά πέσαμε ευτυχισμένες για ύπνο στα κρεβάτια μας. Πάντως, νομίζω πως κατά βάθος κι αυτές τη θέλανε τη νυχτερινή βόλτα a Firenze. Δεν είναι βέβαια πια σ’ αυτόν τον κόσμο για να τις ρωτήσω…

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ

Να στο πω κι αυτό! Ήμουν δώδεκα ετών. Πέρασαν χρόνια ώσπου να αντιληφθώ το μέγεθος της τύχης μου. Τότε, ως παιδί, βαριόμουν αφάνταστα την υποχρεωτική καθημερινή εκδρομή στα Μουσεία και στα Κέντρα Πολιτισμού της πόλης. Και είναι γεμάτη Μουσεία η Φλωρεντία - όσο δεν παίρνει! Τρεις μήνες δεν φτάνουν να τα δεις όλα.  Μες στα Μουσεία περνούσαμε κάθε πρωί περίπου 6 ώρες. Καθώς η μητέρα μου είχε σπουδάσει ζωγραφική, μάς έκανε λεπτομερή ξενάγηση.

Τώρα μόνο καταλαβαίνω πόσο εκείνος ο «μήνας Τέχνης» υπήρξε καθοριστικός. Όχι μόνο για την παιδεία και την επαγγελματική μου κατεύθυνση. Περισσότερο για τον τρόπο με τον οποίο έμαθα να βλέπω τον εξωτερικό κόσμο, τη λεγόμενη… πραγματικότητα. Τότε γκρίνιαζα, κλαψούριζα, πείσμωνα, μούτρωνα, καυγάδιζα, έκανα όλα όσα είναι ικανό να κάνει ένα παιδί για να σπάσει τα νεύρα του γονιού του. Προτιμούσα χίλιες φορές να περάσουμε το πρωινό μας «όπως όλα τα άλλα κανονικά παιδιά» σε καμιά δροσερή πλατεία. Ξάπλα, στις πολυθρόνες. Πίνοντας πορτοκαλάδα, τρώγοντας παγωτό. Χαζεύοντας και κουτσομπολεύοντας τους περαστικούς τουρίστες…
Τώρα μόνο είμαι σε θέση να εκτιμήσω την πολύτιμη εμπειρία που είχα τόσο μικρή. Την ευκαιρία να απορροφήσει ο νους μου σχήματα, χρώματα, μορφές, τοπία και θέματα, μπροστά στα έργα των σπουδαίων καλλιτεχνών μιας περασμένης εποχής. Αναγέννηση! Όλο το πρωί παρέα με τους Giotto, Pisano, Donatello, Caravaggio, Verrocchio, Fra Angelico, Filippo Lippi, Piero della Francesca, Sandro Botticelli. Και το μεσημέρι με τους Rembrandt, Leonardo da Vinci, Michelangelo Buonarotti

Από την πρώτη μέρα, επισκεφτήκαμε ένα από τα πιο αξιόλογα μνημεία της Αναγέννησης, το ανάκτορο Παλάτσο Πίττι στην όχθη του ποταμού Άρνο. Όμως, τι να σου κάνει το Πίττι μπροστά σ’ εκείνο το άλλο… Το Παλάτσο Βέκιο! Στις όχθες του πεζοδρομίου του έκατσα κάποτε κι έκλαψα πικρά την ώρα του αποχαιρετισμού. Γιατί, εκεί αγέρωχο μπροστά στην πύλη, έλαμπε κάτω από τον Αυγουστιάτικο ήλιο Εκείνο!... Πιο γοητευτικό από τον Άδωνι, πιο όμορφο κι από τον ίδιο τον Απόλλωνα! Το μαρμάρινο αγόρι που έκλεψε την άμαθη στους έρωτες εφηβική καρδιά μου…

Κάποτε, εκεί ακριβώς βρισκόταν το πρωτότυπο. Μα τώρα ζούσε κρυμμένο μέσα στο Μουσείο, στο Παλάτι Ουφίτσι. Στη θέση του πρωτότυπου, από το 1873, στεκόταν το πιστό του αντίγραφο. Αλλά τι με ένοιαζε εμένα αν ήταν ή δεν ήταν αντίγραφο; Για μένα ήταν «θεός»! Τρισδιάστατη απεικόνιση της τελειότητας. Το άγαλμα του Δαβίδ του Μιχαήλ Άγγελου.
Michelangelos David 
by David Gaya (Own work)
[GFDL www.gnu.org/copyleft/fdl.html]

Για το λεξικό, «ο Δαβίδ του Μιχαήλ Άγγελου, που φιλοτεχνήθηκε από το 1501 ως το 1504, είναι ένα αριστούργημα της Αναγεννησιακής γλυπτικής και ένα από τα σημαντικότερα γλυπτά του Μιχαήλ Άγγελου. Σύμβολο δύναμης και νεανικής ομορφιάς, που παριστάνει τον Βιβλικό βασιλιά Δαβίδ τη στιγμή που αποφασίζει να αναμετρηθεί με τον Γολιάθ. Στην εποχή του θεωρήθηκε σύμβολο της δημοκρατίας της Φλωρεντίας, μιας ανεξάρτητης πόλης-κράτους που απειλούνταν τότε από πιο ισχυρά αντίπαλα κράτη»… Για φαντάσου, για φαντάσου!

Για μένα πάντως, ήταν απλά ένα 5,17 μέτρα παλικάρι με τέλειο κορμί και υπέροχα… όργανα. Δεν είχα ματαξαναδεί τέτοια «όργανα» γιατί, όπως προείπα, ήμουν κοριτσάκι δώδεκα ετών. Μπούκλες πλούσια μαλλιά, καθαρά μάτια, τέλεια μύτη, σαρκώδη χείλη, στιβαροί ώμοι, δυνατός θώρακας, ωραία μέση, κοιλιακοί, σφιχτά μπούτια, γάμπες και γλουτοί, μακριά δάχτυλα χεριών, καλοσχηματισμένα ποδοδάχτυλα… Όλα του ήταν «όχι ό,τι κι ό,τι, αλλά όπως πρέπει». Στη θέση τους!

Ερωτεύτηκα. Τον ερωτεύτηκα. Ερωτεύτηκα ένα άγαλμα. Και το ερωτεύτηκα πολύ. Από τη στιγμή που τον είδα, το «είναι» μου όλο ρίγησε. Πόθησα. Καθηλώθηκα. Καταλήφθηκα. Υποτάχτηκα στην ιδανική ομορφιά. Εύγε Michelangelo!

Από εκείνη τη μέρα, κάθε μια μέρα, μετά την καθιερωμένη βόλτα σε κάποιο από τα Μουσεία του εκπαιδευτικού προγράμματος, υποχρέωνα τη δόλια τη μάνα μου να με συνοδεύει μέχρι εκεί, έξω από την πύλη του Παλατιού. Να βλέπω έστω για λίγο τον αγαπημένο μου. Ύστερα από μερικές τέτοιες επισκέψεις, γνωριστήκαμε καλύτερα. Πιάσαμε και συζήτηση. Δηλαδή εγώ μιλούσα, εκείνος άκουγε. Του έλεγα με όλα τα γνωστά συνώνυμα πόσο όμορφος είναι. Εκείνος, με ένα αινιγματικό χαμόγελο ατένιζε το αόριστο, το άχρονο σύμπαν και γενικά έμοιαζε με ό,τι κι αν λέω να συμφωνεί. Έτσι είναι άλλωστε το τέλειο ζευγάρι. Η γυναίκα να μιλάει και ο άντρας (για καλό δικό του) να συμφωνεί.

Έκλαψα λοιπόν πικρά την τελευταία μέρα, εκεί μπροστά στα έκπληκτα βλέμματα των περαστικών. Ένα μαύρο κοριτσάκι με φιόγκους και κοτσιδάκια να κλαίει γοερά στα πόδια του Δαβίδ. Φεύγοντας, γύρισα να τον κοιτάξω για τελευταία φορά, όπως κάνουν στις ταινίες, και του υποσχέθηκα να τον αγαπώ ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ!...

Διάβασα κάπου τελευταία πως Ιταλοί ερευνητές πιστεύουν ότι ο Δαβίδ, αυτός ο δικός μου, κινδυνεύει να καταρρεύσει. Έχει, λέει, κάτι μικροσκοπικές ρωγμές στον αριστερό αστράγαλο. Για δες! Μεγαλώνοντας, έχουν μυοσκελετικά προβλήματα και τα αγάλματα, όπως κι εμείς. Οι ειδικοί προτείνουν να μετακινηθεί σε μια εγκατάσταση όπου θα προστατεύεται. Στο Γηροκομείο δηλαδή. Αχ, Δαβίδ! 

Ποιός θα τό’ λεγε, ομορφιά μου, πως θα γερνούσες κάποτε κι εσύ. Αχ, νιότη που δεν κρατάς για πάντα.

Αχ, έρωτα του «ΓΙΑ ΠΑΝΤΑ», που πέφτεις κάποτε κι εσύ νεκρός. Θύμα του χρόνου...

Με αγάπη,
η θεία Μαριλίζ

Υ.Γ. Αν ποτέ μετέφραζα Ελληνικά την Panzanella, νομίζω ο πιο πετυχημένος όρος θα ήταν «Σαλάτα Παπάρα». Ξέρω που πάει ο νους σου αλλά δεν είναι αυτό που νομίζεις! Ή μήπως είναι;…

* Μοιραστείτε το link με φίλους & εγγραφείτε στα μέλη αναγνώστες του blog για να ενημερώνεστε πρώτοι!

ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΕ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΙΣ ΔΕΙΤΕ ΣΑΝ SLIDESHOW

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας τη γνώμη σας