Κυριακή 18 Αυγούστου 2013

ΣΑΝΤΟΡΙΝΙΑ "ΠΑΝΗΓΥΡΗ" ΜΕ ΜΑΥΡΟΜΑΤΙΚΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ

ΣΑΝΤΟΡΙΝΙΑ "ΠΑΝΗΓΥΡΗ" ΜΕ ΜΑΥΡΟΜΑΤΙΚΑ ΔΕΚΑΠΕΝΤΑΥΓΟΥΣΤΟ

(Μια γευστική παράδοση που κρύβει αγάπη και σοφία)


Ίσως δεν τό ‘χεις δοκιμάσει ή μήπως κάποτε το γεύτηκες μα ύστερα το λησμόνησες;

Χαίρομαι που ήρθες. Θέλω να μοιραστώ μαζί σου σήμερα ένα ιδιαίτερο, απλό και ταπεινό μαγειρικό πιάτο μαζί με κάποιες σκέψεις για τη γενναιοδωρία και την απληστία. Έχεις λίγο χρόνο; Θέλω να σου πω…
  
Από τις παραδόσεις που μου έκαναν ξεχωριστή εντύπωση όταν πρωτογνώρισα τη Σαντορίνη, είναι η «Πανήγυρη». Το φαγητό που μοιράζονται οι παρευρισκόμενοι κάθε που γιορτάζει μια Εκκλησία. 

Μαγειρεύεται αργά-αργά για μια ολόκληρη νύχτα σε ένα μεγάλο καζάνι μέσα στο «Πανηγυρόσπιτο». Έτσι ονομάζουν το πετρόχτιστο δωμάτιο που είναι δίπλα ή κολλητά πάνω στον Ναό.

Παραμονή της γιορτής το απόγευμα αλλά και ανήμερα πρωί, στις ενεργές Σαντορινιές Εκκλησίες μοιράζουν ένα υπέροχο φαγάκι, γνήσιο και αγνό με τοπικά παραδοσιακά προϊόντα της εποχής. Είναι μερακλήδες οι ντόπιοι, έτσι ποικίλει το «μενού». 
Σ’ άλλον Άγιο θα φας φάβα, ντοματάκια, ελιές, σαρδέλα παστή κι άλλος θα σε τρατάρει λευκό τυρί, σταφύλι και άλλα πολλά. Εννοείται και κρασί!

Στο Ακρωτήρι, εκείνο το χωριό που σου έλεγα τις προάλλες, βρίσκεται μια Εκκλησία αφιερωμένη στη θηλυκή όψη, αυτή που δύναται να κυοφορεί Ανθρώπους και Θεούς και που έχει εμποτίσει βαθιά τη συνείδηση των Σαντορινιών. 

«Η Παναγιά μαζί σου!», μια τρυφερή μελωδικά ειπωμένη κουβέντα που ακούς συχνά, ιδιαίτερα από ηλικιωμένους, όταν σε χαιρετούν στο δρόμο, κι ας μη σε γνωρίζουν. 

Εδώ και δεκαετίες, κάθε Δεκαπενταύγουστο, ένας άνθρωπος με πρόσωπο που μοιάζει με καλό φεγγάρι, ετοιμάζει με τους βοηθούς του τα τσουκάλια με την Πανήγυρη. Φασολάκια μαυρομάτικα για την παραμονή, εκπληκτικό φαί, κρέας χοιρινό με πατάτες για ανήμερα.

Μάγειρας με το «Μ» κεφαλαίο, ο κύριος Μπάμπης (Χαράλαμπος) Βάλβης. Τον πλησίασα δειλά για να ρωτήσω πώς ακριβώς το φτιάχνει κι αυτός μου έσφιξε θερμά το χέρι και με κοίταξε στα ίσια με μάτια λαμπερά πλημμυρισμένα από τη χαρά εκείνου που νοιώθει εκπληρωμένος. 

Αυτή ακριβώς ήταν η απάντηση που χρειαζόμουν!

Έλα στην κουζίνα μου. Είπα να επιχειρήσω να φτιάξω σήμερα το πιάτο με τα μαυρομάτικα φασολάκια της φετινής Πανήγυρης στο Ακρωτήρι. 

Δεν είχε ρεύμα, είχε γίνει μια έκρηξη στο εργοστάσιο της Δ.Ε.Η κι έμεινε χωρίς φως το νησί. Ήταν πολύ ρομαντικά και κατανυκτικά, φαντάζομαι όπως παλιά. Πάντως, την ώρα που ξεκίνησε η περιφορά της Εικόνας έβαλε η Δ.Ε.Η. το... «χέρι» της και ήρθε για λίγο το φως.

Είπα «θα επιχειρήσω» να το ανασυνθέσω ή έστω να το προσεγγίσω γιατί, ακριβώς, δεν πρόκειται να το πετύχω. Εκείνο σιγοβράζει με τις ώρες, χυλώνει, ανακατεύεται με τις ευχές και την προσευχή κι έτσι η γεύση του γίνεται θεσπέσια. 

Είναι κάπως σαν το κρασί που, όταν το μεταφέρεις μακριά από τον τόπο του, ποτέ δεν θά ‘χει το ίδιο άρωμα και τη γεύση που δοκίμασες εκεί. Λίγο η ατμόσφαιρα, λίγο ο αέρας, λίγο η δική σου διάθεση και η στιγμή, το περιβάλλον, η φύση των ανθρώπων που συν-μετέχουν στην ιεροτελεστία… Όλα μαζί και το καθένα μόνο του, κάνουν τη διαφορά.

Σου τό ‘χω ξαναπεί… Ποιό είναι το μυστικό συστατικό που κάνει ένα φαγητό νόστιμο; Η Αγάπη.

Σκέψου τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα – προσπαθώ να το πω στη γλώσσα σου, εσένα που είσαι επιστήμονας και σου πέφτει λίγη ως εξήγηση η Αγάπη – τα κύματα, τα σωματίδια που μεταφέρονται στο τσουκάλι σου και γίνονται ένα με το φαγητό σου, ντε!

Η κβαντική επίδραση του παρατηρητή επάνω στο παρατηρούμενο, που κάθε φορά που γίνεται το ίδιο πείραμα… «θα μας τρελάνεις;», ρωτάει και τραβάει τα μαλλιά του ο επιστήμονας. Γιατί το αποτέλεσμα τού βγαίνει κάθε φορά αλλιώς.

Άλλο βλέπει ο Γιάννης, άλλο η Μαρία. Τό ‘πε κι ο Βούδας πριν 2.500 χρόνια: Ο παρατηρητής, το αντικείμενο της παρατήρησης και η  ίδια η πράξη της παρατήρησης είναι ένα - μια ολότητα.

Ξέρω, εσύ που είσαι νοικοκυρά θα μου πεις… «άλλος ο μανάβης, άλλα τα μαναβικά του, άλλο το νερό του κάθε τόπου, αυτό που μπαίνει στην κατσαρόλα» και τα λοιπά. Σωστό κι αυτό. Δίκιο έχει ο Βούδας, δίκιο έχεις κι εσύ! 

Τέλος πάντων, ας μαγειρέψουμε τώρα.
  

Τελικά, ντράπηκα να ζητήσω από τον μάγειρα να μου δώσει την ακριβή συνταγή. Μου φάνηκε πως θα ήταν ιεροσυλία εκείνη τη στιγμή. Άλλωστε νομίζω είναι καλύτερα  ορισμένα πράγματα να παραμένουν μυστικά. 

Έτσι, με οδηγό την όραση και τη μύτη μου χρησιμοποίησα τα παρακάτω υλικά. Όμως το φαγάκι αυτό είναι αξιοσημείωτο και σου προτείνω να το δοκιμάσεις, να το γευτείς κι εσύ σε μια δόση σπιτική.


 ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΤΣΑΡΟΛΑ

1 πακέτο φασολάκια μαυρομάτικα
3 πατάτες
3 κρεμμύδια ξερά
3 μεγάλες ώριμες ντομάτες
Ελαιόλαδο
Κανέλα, 2 δαφνόφυλλα
Αλάτι, πιπέρι

Θα το σερβίρω με σαρδέλες παστές, ελιές και φρέσκο χωριάτικο ψωμί, να έχουμε για τις παπάρες!...


Μου αρέσει να μελετώ τις παραδόσεις. Μπορεί να μάθει κανείς πολλά για τη ζωή και για την ανθρωπότητα και ίσως έτσι καταλάβει καλύτερα τον εαυτό του. 

Όταν ήμουν παιδί, είχα ένα αγαπημένο βιβλίο με λαϊκούς μύθους της Ελλάδας, υπέροχα εικονογραφημένο με χαρακτικά. Εσύ, αλήθεια, ξέρεις γιατί έχει αυτή τη «μελανιά» το Μαυρομάτικο;

Ήταν μικρό και άτακτο κι έτρεχε παίζοντας στον δρόμο. Κάποια στιγμή παραπάτησε, χτύπησε την κοιλίτσα του κι άνοιξε μια τρύπα, να! Έκλαιγε και έσκουζε το καημένο το Φασολάκι όταν το άκουσε ένας πονόψυχος ράφτης. Το πήρε, το έραψε με τη σακοράφα του και έγινε μια χαρά. Μόνο που του έμεινε αυτό το μαύρο σημαδάκι από τα ράμματα κι από τότε το φωνάζουν αλλού Μαυρομάτικο και αλλού Μαυρομύτικο. 

Αν βιάζεσαι, σήμερα από μαγειρική δεν έχω να σου πω κάτι άλλο. Μείνε όμως λίγο ακόμα γιατί έχω να σου πω κι άλλα - και σοβαρά και αστεία…

Λένε πως στη Σαντορίνη βρίσκονται οι περισσότερες ανά τετραγωνικό μέτρο Εκκλησίες στην Ελλάδα. Κάθε Άγιος του ημερολογίου, με τον Οίκο του. Ονόματα σπάνια και ξεχασμένα, εδώ τα τιμούν. Άραγε, τι να ώθησε τους ανθρώπους να χτίσουν τόσους ναούς και ξωκλήσια;

Να είναι ο φόβος; Έχει υποστεί τόσες επιδρομές αυτός ο τόπος. Παλιοί και σύγχρονοι πειρατές, πότε βάρβαροι με τη φωτιά και το μαχαίρι, πότε «εκπολιτιστές» με έναν σταυρό στο χέρι την επιβουλεύτηκαν. Μπαλάκι του πινγκ-πονγκ μεταξύ Βυζαντίου και Ρώμης.

Να είναι η προσδοκία; Κάποιοι πιστεύουν πως αν χρηματοδοτήσουν ένα από «τα έργα του Θεού», θα καπαρώσουν μια προνομιακή καρέκλα πλάι του στην άλλη ζωή. Δεν θα ήταν όμως δυσαρμονικό να τη βγάζουν «καθαρή» τόσο απλά μόνο όσοι έχουν φλουριά στην τσέπη; Και πού τα βρήκαν, ο τρόπος δεν μετράει;

Υπάρχουν Ναοί κτισμένοι σε ιδιόκτητα οικόπεδα που ανήκουν σε μια οικογένεια. Στα μάτια του επισκέπτη μοιάζουν ιδιωτικοί. Άκουσα πως σε αυτή την περίπτωση η Πολιτεία ίσως να συγχωρεί αν κάπου του… ξέφυγε του μηχανικού το μέτρο και η μάντρα πήρε «κατά λάθος» λίγα μέτρα από τον δρόμο.

Βαριά κουβέντα άνοιξα, θα μου πεις, κάνει και ζέστη. Θα βράσει το μυαλό σαν την Πανήγυρη, θα εκραγεί σαν το Ηφαίστειο. Θέλω όμως να σου πω για τη γενναιοδωρία...

Δεν είναι τυχαίο που σε τόσους λαούς συναντάει κανείς τη συνήθεια της ιερής τροφής σε μια πνευματική εορτή. Ίσως όμως η παράδοση αυτή να κρύβει κάτι παραπάνω.

Στα δύσκολα χρόνια της πείνας και της φτώχειας που σαν τα κύματα της θάλασσας έρχονται, φεύγουν, έρχονται και που, αν και μοιάζουν, ίδια δεν είναι ποτέ… ήταν και είναι μια λύση την ημέρα της γιορτής ώστε κανένας στην κοινότητα να μην πέσει για ύπνο πεινασμένος. Κάποιοι έτσι μπορούν να εξασφαλίσουν καθημερινά ένα πιάτο φαί. 

Είναι κι αυτή μια όψη της γενναιοδωρίας.

Η απληστία, από την άλλη, βρίσκει πάντοτε τον τρόπο να έρθει ακάλεστη στη γιορτή. Έχει τόσα πρόσωπα, όσα κι οι χτύποι της καμπάνας που καλούν τους πιστούς. 

Τη βλέπεις που προσπαθεί να ισορροπήσει στα μαρμάρινα σκαλοπάτια με τη δωδεκάποντη γόβα, φόρεμα εξώπλατο και φουντωτό μαλλί την ώρα που βγαίνει από ένα καμπριολέ-ολέ-ολέ το οποίο οδηγεί ένα... κουστούμι που «φοράει» έναν τύπο με χρυσό ρολόι-ολέ-ολέ! Και όλο ρίχνουν γύρω κλεφτές ματιές να δουν αν… τους βλέπουν οι συχωριανοί.

Έχει όμως και την αστεία εκδοχή της, η απληστία.

Πέντε-πέντε κουβαλούσε γνωστή Αθηναία τα κεσεδάκια με την Πανήγυρη σε κάθε χέρι, κόντευαν να της πέσουν. Πλούσια εισοδηματίας, που όμως αρέσκεται να διαδίδει πως είναι «πτωχή».

- Πού τα πας; Θα ταΐσεις τίποτα γριές που δεν μπορούν αν πάρουν τα πόδια τους; Τη ρώτησα, έτσι για πλάκα.
- … Εεε… όχι…τα πήρα για τα παιδιά… να φάνε κάτι σήμερα και αύριο, γιατί είναι άδειο το ντουλάπι μου… και ο άντρας μου δε μου δίνει λεφτά…

Μάλιστα! Υπάρχουν κι αυτοί οι άνθρωποι. Μα ένας Άγιος δίνει σε όλους.

Γενναιοδωρία είναι να δίνεις όχι μόνο αυτό που σου περισσεύει αλλά ακόμα και από το υστέρημά σου. Τότε δεν θα βιώσεις ποτέ ξανά το αίσθημα, την ιδέα της φτώχειας. 

Φτωχός γίνεσαι όταν δίνεις κάτι με τη σκέψη πως κάτι χάνεις. Αν προσφέρεις με τρόπο φυσικό χωρίς να ξεχωρίζεις τον δότη από τον παραλήπτη, τότε ακόμα και το ελάχιστο, το λιγοστό γίνεται αμέτρητος πλούτος. Γιατί όλο το παιχνίδι μέσα στο νου μας παίζεται.

«Γενναίοι» όσοι «δωρίζουν» δίχως να γνωρίζουν αν θα έχουν οι ίδιοι να φάνε κάτι αύριο. Μα σαν το μπούμερανγκ ό,τι στέλνουν στον κόσμο, αυτό ακριβώς και θα γυρίσει πίσω...


Το σπίτι μου είναι για σένα πάντα ανοιχτό. 
Σε περιμένω να ξανάρθεις.


Με αγάπη,
η θεία Μαριλίζ

Υ.Γ. Γιά φαντάσου η λέξη απληστία να γραφόταν «Απ! – Ληστεία!»…


* Μοιραστείτε το link με φίλους & εγγραφείτε στα μέλη αναγνώστες του blog για να ενημερώνεστε πρώτοι!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας τη γνώμη σας