Κυριακή 8 Ιουνίου 2014

ΙΠΤΑΜΕΝΕΣ ΣΑΡΔΕΛΕΣ ΣΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ και… Αεροφοβία

ΙΠΤΑΜΕΝΕΣ ΣΑΡΔΕΛΕΣ ΣΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ και… Αεροφοβία

Sprattus, Animalia Chordata Actinopterygii
Clupeiformes Clupeidae (κοινώς... σαρδελίτσα)
Έλα, πέρνα μέσα! Σήμερα θα σου πω μια αληθινή ιστορία και στο τέλος θα φτιάξουμε και παστές σαρδέλες.

Ήταν Μάιος του 2008. Ωραία εποχή για ταξίδι. Όμως, πού λεφτά! Και ξαφνικά, χτυπάει το τηλέφωνο κι ακούω μια χαρωπή φωνή: «Πάμε ένα ταξιδάκι με αεροπλάνο; Τα πληρώνω όλα εγώ.» Ήταν μια φίλη από τα παλιά. Είχαν περάσει δεκαετίες από όταν πηγαίναμε μαζί στο Δημοτικό, όμως δεν είχαμε χαθεί.

«Ταξίδι με αεροπλάνο;… Εσύ;» Απόρησα, επειδή με την ενηλικίωση η φίλη μου είχε αποκτήσει μια φοβία κι αρνιόταν να μπει σε αεροπλάνο. «Πλάκα μου κάνεις!» της λέω.
«Καθόλου» μου απαντάει «Εδώ και μήνες μιλάω με έναν καταπληκτικό ψυχολόγο. Χθες μου ανακοίνωσε πως είμαι έτοιμη να πετάξω!»

Αεροδρόμιο Λέσβου 
2008
«Κι εγώ τι φταίω; Νομίζεις ότι είμαι έτοιμη να πεθάνω τόσο νέα;»
«Έλα, σταμάτα!» μου λέει γελώντας. «Διάλεξα εσένα για την πρώτη μου πτήση επειδή είσαι η καλύτερή μου φίλη, κι επειδή σε εμπιστεύομαι, κι επειδή με ξέρεις τόσο καλά όσο κανένας άλλος, κι επειδή...»

«Καλά-καλά, κατάλαβα!» Τη διέκοψα αλλά εκείνη συνέχισε ασυγκράτητη.
«Άκου! Ήδη έκλεισα εισιτήρια μέσω ιντερνέτ για το επόμενο Σαββατοκύριακο, και εννοείται ότι τα πληρώνω όλα εγώ γιατί θεωρώ ότι αυτό είναι μέρος της θεραπείας μου. Διάλεξα να πάμε σε ένα υπέροχο νησί που δεν έχουμε ξαναπάει! Στη Μυτιλήνη!»
«Μπράβο, πονηρή!» της λέω. «Διάλεξες νησί, ώστε αν πέσει το αεροπλάνο να προσγειωθείς στα μαλακά. Πολύ σωστή επιλογή! Κι αυτή την εποχή δεν θα’ ναι και τόσο κρύο το νερό...»
«Τι απαίσια που είσαι! Εγώ σε διάλεξα για να μου δώσεις κουράγιο κι εσύ...»
«Ε, αφού λοιπόν με ξέρεις κι αφού με διάλεξες, θα πάρεις όλο το πακέτο!»

Αεροδρόμιο Λέσβου 
2008
Οι μέρες πέρασαν γρήγορα και νά ‘μαστε οι δυό μας στον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών Ελευθέριος Βενιζέλος, με τα εισιτήρια στο χέρι. Πέδιλα, καπέλα, μαύρο γυαλί για τον ήλιο, κομπλέ. Εκείνη δίπλα μου χλωμή να τρέμει, σαν το φθινοπωρινό το φύλλο.

- Φοβάσαι; Τη ρωτάω.
- Μπα...
- Φοβάσαι. Λέω με σιγουριά.
- Όχι, όχι, το έχω πάρει απόφαση. Θα μπω στο αεροπλάνο.
- Τότε γιατί τρως τα νύχια σου; Θα μας δώσουν σνακ.
- Λες να έχει αναταράξεις; Μουρμουρίζει ανήσυχη.
- Θα δούμε.
- Αχ, ας μην έχει αναταράξεις!
- Δεν είναι τίποτα. Σαν να έχει λακκούβες στο δρόμο.

Με τη φλυαρία, φτάνουμε στο αεροπλάνο τελευταίες από την ομάδα των επιβατών. Λίγο πριν πατήσει το πόδι της στο πρώτο σκαλοπάτι, γυρίζει και κοιτάζει πίσω της, σα να το ξανασκέφτεται.
- Προχώρα, θα φύγουν χωρίς εμάς, την σπρώχνω.
Μας υποδέχονται χαριτωμένες αεροσυνοδοί με χαμόγελο, βρίσκουμε τις θέσεις μας, καθόμαστε. Η δικιά μου αμίλητη. Έχει καταπιεί τη γλώσσα της. Αρχίζω να νιώθω μια υπόγεια ταραχή. Λες να είναι μεταδοτικό; Αναρωτιέμαι. Τώρα από τα μεγάφωνα ακούγεται μια αυστηρή ανδρική φωνή που δεν αφήνει περιθώρια για αντιρρήσεις. Μας διατάζει να δέσουμε τις ζώνες μας και να παραμείνουμε στις θέσεις σας μέχρι να σβήσει η φωτεινή ένδειξη.

- Διψάω! Μου λέει. Στέγνωσε το στόμα μου! Και νομίζω ότι θέλω να πάω τουαλέτα.
- Νομίζεις ή θέλεις;… Γιατί έχει κάποια διαφορά.
- Νομίζω ότι θέλω, λέει, και ψάχνει να λύσει τη ζώνη της.
- Κάτσε καλά! Την κόβω. Αν σου πέρασε η ιδέα ότι θα μου το σκάσεις τώρα την τελευταία στιγμή, να ξέρεις πως στην τουαλέτα δεν θα βρεις καμιά κρυφή έξοδο. 

Δεν φοβήθηκα πραγματικά μη φύγει. Είχα προνοήσει να τη βάλω από τη μέσα μεριά, στο παράθυρο, ώστε να έχω το κεφάλι μου ήσυχο. Γυρίζει μπροστά μουτρωμένη κι αρχίζει να παίρνει βαθιές κοφτές ανάσες, σαν ετοιμόγεννη.
- Τι είναι τούτο;
- Με συμβούλεψε ο ψυχολόγος να κάνω αυτές τις αναπνοές, σε περίπτωση πανικού.
- ΟΚ, αλλά μη μου γεννήσεις εδώ μέσα.
Ξεκαρδίστηκε από τα γέλια. Προφανώς από την αγωνία της, όχι από το χιούμορ μου. Ξαφνικά, σταματάει απότομα και με κοιτάζει στα μάτια.
- Αχ, φιλενάδα! Γι αυτό μ’ αρέσεις. Ούτε να ευχαριστηθώ τον φόβο μου δεν μ’ αφήνεις.

Πάνω που χαλαρώσαμε λιγουλάκι κι αλληλοευχηθήκαμε «καλό ταξίδι», νά σου κι εμφανίζεται μια αεροσυνοδός και στέκεται στον διάδρομο δίπλα μας. Κούκλα, δυό μέτρα με το τακούνι. Λες και την είχαν στείλει επίτηδες. Σε εμάς ειδικά, που η μιά απ’ τις δυό έχει αεροφοβία. Αρχίζει χαμογελαστή να μας επιδεικνύει: Πως δένεις το σωσίβιο σταυρωτά για να μη σου φύγει την ώρα που θα σε σπρώχνουν να πηδήξεις… Πως σφυρίζεις τη σφυρίχτρα σου για να σε βρουν τα σωστικά… Πως θα ανάψεις το λαμπάκι σου, άμα θα πέσει η νύχτα και βρίσκεσαι στο Αιγαίο Πέλαγος... Κι όλο να κάνει κινήσεις με χάρη δείχνοντας, σε εμάς ειδικά, προς τα που βρίσκονται οι πιο κοντινές έξοδοι κινδύνου.

- Αααχ! Βόγκηξε η δικιά μου.
Κι αρχίζει να φουσκώνει και να ξεφουσκώνει και να κάνει σαν το ψάρι στο δίχτυ. Ευτυχώς που είχα σφιχτοδέσει τη ζώνη με τα χεράκια μου. Γιατί πριν, δεν ήταν τίποτα. Τώρα ήταν πανικόβλητη!
- Εμείς, σωσίβιο έχουμε; Πού είναι το δικό μας; Μήπως εμάς δεν μας βάλανε; Ουφ! Αχ! Όχι! Να ‘το! Το βρήκα! Εδώ ήταν. Κι αυτό το μαραφέτι (μάσκα οξυγόνου)… πώς δουλεύει αυτό το πράγμα; Δεν πρόλαβα να δω όταν έδειχνε. Πού είναι η αεροσυνοδός τώρα που τη χρειάζομαι;… Έφυγε! Πού πήγε; Αχ! Πνίγομαι! Εδώ μέσα δεν έχει καθόλου αέρα! Το νιώθεις κι εσύ, ή μου φαίνεται;
Μου αρπάζει το χέρι σφιχτά και το ταρακουνάει.

Κορμός δέντρου στο 
Απολιθωμένο Δάσος 
στο Σίγρι της Λέσβου
- Επ! Της λέω αυστηρά. Γιά να σου πω! Αν συνεχίσεις έτσι, θα μας κατεβάσουν.
- Τι;... Γίνεται αυτό; Γούρλωσε τα μάτια της. Κατεβάζουν κόσμο από το αεροπλάνο;
- Άμα ο κόσμος γίνει… επικίνδυνος, τον κατεβάζουν.
- Από πού;
- Από την έξοδο κινδύνου. Τον βγάζουν έξω, και τον δένουν στο φτερό.
- Κοροϊδεύεις, έτσι; Μου θύμωσε.
- Ρεζίλι γίναμε, όλοι εμάς κοιτάνε! Αγρίεψα κι εγώ.
- Η φοβία είναι κάτι που δεν ελέγχεται! Μου λέει.
- Το βλέπω…
Έπεσε σιωπή. Όμως δεν κράτησε για πολύ.

- Πότε φτάνουμε; Ρωτάει σε λίγο, δήθεν ανέμελα.
- Η σωστή ερώτηση δεν είναι «πότε». Η σωστή ερώτηση είναι «αν…χε-χε» απάντησα μοχθηρά. Είμαι κι εγώ, κτήνος.
Κορμός δέντρου στο 
Απολιθωμένο Δάσος 
στο Σίγρι της Λέσβου
Έκανε σαν να μην άκουσε.
- Εντάξει. Μονολόγησε. Όλα θα πάνε καλά. Το αεροπλάνο θα απογειωθεί, θα πετάξει και θα προσγειωθεί. Όλα θα πάνε καλά. Χιλιάδες πτήσεις γίνονται στον κόσμο καθημερινά. Αεροπλάνα απογειώνονται, πετάνε, προσγειώνονται. Οι στατιστικές λένε ότι πιο πιθανό είναι να σκοτωθείς σε σύγκρουση οχημάτων στο δρόμο παρά με αεροπλάνο. Το διάβασα πρόσφατα. Το ήξερες εσύ αυτό;
- Εσύ να τ’ ακούς. Υπερβολική γυναίκα!
Ξαφνικά… ένας υπόκωφος γδούπος μαζί με μια παράξενη αίσθηση… Σα να έφευγε το πάτωμα κάτω από τα πόδια μας.

- Κουνιέται! Κάτι κουνιέται! Φώναξε έντρομη.
- Ε, βέβαια, κουνιέται. Πώς αλλιώς θα απογειωθεί;
- Αχ, πότε φτάνουμε; Δεν αντέχω άλλο πια εδώ μέσα!
- Εγώ να δεις...
Δεν πρόλαβα να προσθέσω κάτι άλλο. Μου άρπαξε από τα χέρια και τη δική μου καραμέλα για να μην νιώθει την πίεση στα αυτιά και τη μάσησε. Αλλά, δεν βαριέσαι. Γι αυτό είναι οι φίλοι, για να σου τρώνε και τη δική σου καραμέλα.

Απογειωθήκαμε όμορφα κι ωραία. Επιζήσαμε κι απ’ αυτό. Καλό σημάδι. Ύστερα, το αεροπλάνο πήρε μια βαθιά κλίση, πάνω στη στροφή, κι από κάτω φάνηκε σαν επιτραπέζιο παιχνίδι ολόκληρο το αεροδρόμιο, η πόλη, η θάλασσα, όλα... Υπέροχο!

Η δικιά μου, εννοείται, είχε συνεχώς τα μάτια κλειστά και δεν είδε τίποτα. Κρατούσε σφιχτά στην παλάμη της ένα φυλαχτό που κρεμόταν στο λαιμό της ενώ μουρμούριζε κάτι ακατανόητο και ακαθόριστο. Νομίζω, την άκουσα να λέει κάτι και για τον ψυχολόγο της, που δεν μου φάνηκε και τόσο ευγενικό.

Έπειτα, ακούστηκε η υποβλητική φωνή του πιλότου ο οποίος μας έλυσε κάθε πιθανή απορία και μας ανέλυσε λεπτομερώς τα πάντα. Μας μίλησε για την ταχύτητα του αεροσκάφους, για το υψόμετρο, για την θερμοκρασία, για τον καιρό και γενικώς… περί ανέμων και υδάτων, που λένε. Τέλος, πρότεινε να αφήσουμε το βλέμμα μας να περιπλανηθεί και να ανακαλύψει τη εξαίσια θέα από ψηλά και πρόσθεσε, βέβαιος πως αυτό θα μας χαροποιήσει – μα τι τό’ θελε; - ότι προβλέπεται να φτάσουμε στον τελικό προορισμό μας λίγο νωρίτερα.

Σοκάκι στην Αγιάσο 
στη Λέσβο
- Νωρίτερα; Γιατί νωρίτερα; Πετάχτηκε απ’ τον λήθαργο η δικιά μου.
- Είτε γιατί δεν σε αντέχει άλλο, είτε επειδή με λυπήθηκε, γρύλισα μέσα απ’ τα δόντια μου.
- Ωραία φωνή... έχει πάντως ο πιλότος...Μου λέει.
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει και από το μπροστινό μέρος του αεροπλάνου προβάλει ένας ωραίος γυμνασμένος σαραντάρης με στολή ο οποίος πιάνει κουβεντούλα με μια αεροσυνοδό.
Άφρισε η δικιά μου.
- Αυτός είναι ο πιλότος; Τι κάνει εδώ μαζί με εμάς; Δεν θα έπρεπε να είναι συνέχεια μέσα, καθισμένος στη θέση του; Γιατί άφησε το τιμόνι; Τώρα ποιός οδηγεί;
- Πρώτο, δεν είναι ούτε καπετάνιος ούτε σοφέρ. Πιλότος είναι ο άνθρωπος. Και δεύτερο, μην ανησυχείς. Θα έχει βάλει τον αυτόματο πιλότο… αποφάνθηκα, ως ειδήμων.
- Αχ, πες του να γυρίσει πίσω! Σε παρακαλώ! Ικέτεψε. Το ίδιο είναι να οδηγεί αυτός, και το ίδιο ο αυτόματος πιλότος;
- Είμαι σίγουρη πως ο πιλότος μας ξέρει τι κάνει. Άλλωστε, σιγά το μεγάλο ταξίδι. Σε ένα νησάκι της Ελλάδας πάμε, ούτε μια ώρα πτήση. Για σκέψου κι εκείνους που κάνουν ταξίδια υπερατλαντικά...

Η Παναγία η Πετριανή 
στην Πέτρα της Λέσβου
- Υπερατλαντικά;... Από εκείνα που τα μαθαίνουμε όλα μετά από το μαύρο κουτί; Μούγκρισε… Αν το βρουν, βέβαια, το μαύρο κουτί. Εδώ, ολόκληρα αεροπλάνα μεγαθήρια, όχι σαν το δικό μας που είναι τόσο δα μικρό, εξαφανίζονται μυστηριωδώς. Μέσα σε μια στιγμή… χωρίς ούτε καν να εκπέμψουν S.O.S… κι ούτε ένας αυτόπτης μάρτυρας… κι ούτε ένα ίχνος στο ραντάρ. Τα ξέρω εγώ αυτά, τα έχω διαβάσει! Ολοκλήρωσε με πάθος.

- Δεν ξέρω βέβαια αν έχει κάποια σημασία το γεγονός ότι το Τρίγωνο των  Βερμούδων πέφτει κάπως μακριά από το Αιγαίο όπου βρισκόμαστε τώρα, ξεκίνησα να λέω. Αλλά...
- Κυρίες μου, καφέ, τσάι, χυμό, τι θα πάρετε;
Ο σαραντάρης με τη στολή έσερνε το τρόλει-μπαρ και μας χαμογελούσε.

Εκτιμώ πως καμιά επιβάτης δεν χάρηκε περισσότερο κατά τη διάρκεια μιας πτήσης στην παγκόσμια ιστορία, όσο η φιλενάδα μου όταν ανακάλυψε πως… ο ωραίος κύριος με τη στολή - ουφ! - τελικά δεν ήταν ο πιλότος! 

Μετά από αυτό, ήπιε το τσάι της ήρεμη, έφαγε το μπισκοτάκι της ευχαριστημένη και - επιτέλους - με άφησε στην ησυχία μου. Έκλεισε τα μάτια της και χαλάρωσε. Κάτι θα της έβαλαν στο τσάι σκέφτηκα, δεν μπορεί. Πάντως, το χέρι μου το κρατούσε και δεν το άφηνε καθόλου. Μισοκοιμήθηκε. Μάτι δεν θα έκλεισε τη νύχτα από την αγωνία, σκέφτηκα. Την κοίταξα. Πρόσεξα το όμορφο πρόσωπό της. Σαράντα χρόνια φίλες, σκέφτηκα. Για φαντάσου. Γεράσαμε και μυαλό δεν βάλαμε. Νά ‘μαστε τώρα εδώ, να κρατιόμαστε από το χέρι σαν δωδεκάχρονα κοριτσάκια, και να πετάμε κυριολεκτικά στα σύννεφα.

Κοίταξα έξω. Μερικά πράγματα δεν περιγράφονται. Αν σταθεί κανείς τυχερός και κάνει αρκετά αεροπορικά ταξίδια, σίγουρα κάποια μέρα θα αντικρύσει κάτι τόσο θαυμαστό. Βαμβάκι αφράτο και βανίλια, δυό λέξεις που μου έρχονται στο νου. Τοπίο εξωπραγματικό. Νόμισα ότι ονειρεύομαι. Τέτοιες στιγμές, είναι να τις μοιράζεσαι. Συνεκτιμώντας τα οφέλη από το γεγονός ότι εδώ και λίγη ώρα ήταν ηρεμότερη κι από αρνάκι ενώ αν ξυπνούσε, ποιος ξέρει τι θα είχαμε... της ψιθύρισα στο αυτί:
- Κοίτα έξω.

Άνοιξε τα μάτια. Έμεινε άφωνη. Το αεροπλάνο γλιστρούσε απαλά στον αέρα, ενώ στιγμιαία «παραθυράκια» που άνοιγαν στα σύννεφα μας επέτρεπαν να ρίξουμε κλεφτές ματιές σε ζωγραφισμένα κομμάτια γης.
- Είμαστε στον άλλο κόσμο, της είπα.
- Τι όμορφος που είναι ο κόσμος από ψηλά! Τι έχανα τόσα χρόνια που δεν...
Με φίλησε. Αγκαλιαστήκαμε.
- Πόσο χαίρομαι που σε έχω φίλη!
- Κι εγώ, της είπα. Και πρέπει να σου πω ότι με τιμά πραγματικά που επέλεξες εμένα για την πρώτη σου πτήση.
Μείναμε για λίγο αμίλητες.

Μυτιλήνη 2008
- Τι είναι αυτό που φοβάσαι ακριβώς; Ρώτησα.
- Δεν ξέρω...
- Πάντως… αν φοβάσαι τον θάνατο, δεν χρειάζεται να τον φοβάσαι.
- Γιατί;
- Γιατί αυτό είναι το μόνο σίγουρο που έχουμε στη ζωή. Οπότε, χαλάρωσε κι απόλαυσε το ταξίδι. Όσο κρατήσει...
ΓΚΝΤΟΥΠ! Ένας υπόκωφος θόρυβος ταυτόχρονα με μια αυξανόμενη πίεση διέκοψε βάρβαρα τις φιλοσοφικές μας αναζητήσεις.
- Τι είναι πάλι αυτό; Πετάχτηκε έντρομη.
Αυτό, το λέμε… «προσγείωση». Μπορεί να είναι απότομη μερικές φορές. Είναι όμως αναπόφευκτη.

Μόλυβος, Μυτιλήνη 2008
Στη Μυτιλήνη περάσαμε υπέροχα. Το νησί είναι πλούσιο σε ομορφιές. Το γυρίσαμε με ένα νοικιασμένο αυτοκίνητο. Ξεπέρασε την αεροφοβία αλλά και για μένα το ταξίδι αυτό ήταν ένα ανεκτίμητο δώρο. Αξιοσημείωτη η γενναιοδωρία της φίλης μου. Χρειάζεται να περνάει κανείς που και που χρόνο μόνος με έναν κοντινό φίλο. Τετ α τετ, χωρίς άλλους. Διαφορετικά, με τον καιρό, θα έρθει η αποξένωση.

Πάντως, από τη μέρα εκείνη, όλο και κάποιον καινούριο ενδιαφέροντα προορισμό που απαιτεί πτήση με αεροπλάνο ανακαλύπτει η καλή μου φίλη. Κι όταν τελικά επιστρέψαμε στα σπίτια μας, της έστειλα με e-mail ένα «πτυχίο» που έφτιαξα για να την συγχαρώ για το θάρρος της να ξεπεράσει την αεροφοβία της. Το ονόμασα: Πτυχίο… Πεταλούδας!

Η Λέσβος, μεταξύ άλλων, είναι γνωστή για τις εξαιρετικές σαρδέλες της. Μεγαλώνουν στο φυσικό ιχθυοτροφείο που σχηματίζει ο κλειστός κόλπος της Καλλονής. Είναι μικρές σε μέγεθος και παχιές. Αλιεύονται από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο, όμως τον Αύγουστο είναι η καλύτερη φάση τους.

ΠΑΣΤΕΣ ΣΑΡΔΕΛΕΣ ΚΑΛΛΟΝΗΣ

ΥΛΙΚΑ

1 κιλό σαρδέλες (πολύ φρέσκες)
Αλάτι χοντρό θαλασσινό

ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Αφαιρείς τα εντόσθια και το κεφάλι τις σαρδέλες, τις πλένεις και τις αφήνεις να στραγγίξουν καλά. Σε ένα γυάλινο σκεύος στρώνεις αλάτι χοντρό. Τις βάζεις τη μια δίπλα στην άλλη, να φαίνεται μόνο η ράχη τους και χωρίς να αφήνεις κενά. Τις σκεπάζεις με αλάτι. Βάζεις και μια δεύτερη στρώση σαρδέλες. Τις σκεπάζεις κι αυτές με αλάτι, τοποθετείς από πάνω ένα πιάτο και τις φυλάς στο ψυγείο. 


Κάθε 2 ώρες περίπου στραγγίζεις προσεχτικά τα ζουμιά. Αφού περάσουν 8 ώρες, είναι έτοιμες να τις απολαύσεις!

Με αγάπη,
η θεία Μαριλίζ

Υ.Γ. Με λαδάκι στο πιατάκι, λεμονάκι ή ξυδάκι… άντε πιάσε κι ένα ουζάκι!

* Μοιραστείτε το link με φίλους & εγγραφείτε στα μέλη αναγνώστες του blog για να ενημερώνεστε πρώτοι!


ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΣΕ ΟΠΟΙΑΔΗΠΟΤΕ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΤΙΣ ΔΕΙΤΕ ΣΑΝ SLIDESHOW

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πείτε μας τη γνώμη σας