Σάββατο 29 Ιουνίου 2013

ΤΟ ΜΠΡΙΑΜ ΚΑΙ Ο ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΣ

ΤΟ ΜΠΡΙΑΜ ΚΑΙ Ο ΛΥΚΑΒΗΤΤΟΣ

(Μάθημα Ιστορίας, πιο απλά δεν γίνεται…)

Καλωσήρθες! Πού κολλάει ο Λυκαβηττός στο Μπριάμ; Βάζω ένα ποτηράκι κι έρχομαι αμέσως να σου πω, γιατί αυτή η υπόθεση σηκώνει κρασί...

Όποτε θυμάμαι τη γιαγιά μου, πάντα χαίρομαι. Άλλοι θυμούνται πεθαμένους κι αγαπημένους και λυπούνται. Ποτέ μου δεν το κατάλαβα. Ίσως να ‘μαι τυχερή. Τι ίσως, δηλαδή; Είμαι πάρα πολύ τυχερή!

Και μόνο που μεγάλωσα και ζω σ’ αυτή την πανέμορφη χώρα, τη μοναδική, που γεννάει πλούσια θαύματα και μύθους ακόμα και μέσα από τις πέτρες, ακόμα κι όταν σμήνη από κοράκια χυμάνε να τη ρημάξουν - δεν φεύγω καθόλου από το θέμα, περίμενε...

Εκείνους που αγάπησα πολύ, τους χόρτασα και με το παραπάνω όσο ήταν στη ζωή. Γι’ αυτό, δεν έχω τίποτα να κλάψω πια. Μόνο χαρές κρατώ στη σκέψη μου, μ’ αυτές θα φύγω όταν θα έρθει η ώρα μου κι εμένα.

Τι με κοιτάζεις έτσι; Κι εγώ θα φύγω κάποτε, θέλω δεν θέλω, κι εσύ και όλοι. Τις λύπες μου, τις έχω κι αυτές καλά φυλαγμένες στο μυαλό μου, μη νομίζεις. Στο μυαλό μου είπα, όχι στην καρδιά μου, αν πρόσεξες. Υπάρχει διαφορά.

Δεν είμαι από τους ανθρώπους που «χρυσώνουν το χάπι». Όλα τα θυμάμαι. Με λεπτομέρειες, γι’ αυτό πρόσεξε καλά μη μου κάνεις κι εσύ κανένα χουνέρι, γιατί έχω μνήμη ελέφαντα!

Έτσι, μ’ αυτή τη μνήμη θυμάμαι και τη γιαγιά μου στην κουζίνα μας να φτιάχνει ένα ταψί Μπριάμ. Να καθαρίζει τα κρεμμύδια και να σκουπίζει με την ανάποδη του χεριού δυο δάκρυα, βιαστικά. Τάχα μου απ’ τα κρεμμύδια, που της κάψανε τα μάτια – τάχα μου!…

Τι να της θύμιζε εκείνο το Μπριάμ, μου λες;



«Γεννηθείσα το ‘11» (1911), ορφανή από τα 16 της, η Γιαγιά-Μαρία κατηφόρισε το 1929 από τα Ιωάννινα στην Αθήνα. Βγαίνοντας από το Οικοτροφείο, πήγε να μάθει Μοδίστρα.

Έπληξε όμως να κοιμάται ολομόναχη στο ράντζο που της παραχώρησε η Δασκάλα της στο πίσω μέρος της Σχολής κι είπε να πάει να βρει την τύχη της «ες τας Αθήνας», στη Μεγάλη Πόλη…


«Ρωτώντας πάν’ στην Πόλη» λέει ένα ρητό. Ρωτώντας έμαθε κι η γιαγιά μου ότι κάπου πέρα, στους πρόποδες του Λυκαβηττού, φωλιάζουν κάτι Πρόσφυγες από τη Μικρασία. Έλληνες που γλύτωσαν κι ήρθαν κυνηγημένοι από την απέναντι ακτή το 1922. Τότε που οι ορχήστρες στα ακγυροβολημένα καράβια των Συμμάχων έπαιζαν μουσική στη διαπασών, να μην ακούγονται οι θρήνοι των δύσμοιρων αμάχων που έπεφταν στη θάλασσα και πνίγονταν μαζί με τα παιδιά τους για να μην καούν από τη φωτιά που είχαν ανάψει οι κυβερνώντες στις ακτές μιας άλλης Μεγάλης Πόλης…

Ας ξεκινήσουμε όμως τώρα να μαγειρεύουμε και θα σου πω το υπόλοιπο απ’ αυτό το αληθινό παραμύθι όσο θα ψήνεται το φαί μας στο φούρνο.

Το Μπριάμ όπως και πολλά άλλα φαγητά, το πρωτοδίδαξε στη γιαγιά μου μια από εκείνες τις Μικρασιάτισσες του Λυκαβηττού. Η συνταγή αυτή έχει τις ρίζες της εκεί, αλλά όπως συνήθως, έβαλα κι εγώ λίγο το χεράκι μου και την έχω «πειράξει»…


ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΣΑΙ:

1 κιλό πατάτες
½ κιλό μελιτζάνες
½ κιλό κολοκυθάκια
3 πιπεριές πράσινες
1 πιπεριά κόκκινη
4 κρεμμύδια
1 καρότο
½ κιλό ντομάτες
μαϊντανό
λίγο φρέσκο δυόσμο, 2 φύλλα δάφνη, 2-3 κόκκους μπαχάρι, 4-5 κόκκους πιπέρι, 1 ξυλαράκι κανέλλα, 2 γαριφαλάκια, 1 κ. σούπας ζάχαρη, αλάτι και πιπέρι,1 ποτηράκι λευκό κρασί, 2 φλιτζάνια του τσαγιού καλό ελαιόλαδο

Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ

Πανεύκολο! Άλλο ένα παιχνίδι της μαγειρικής. Δοκίμασε να το κάνεις παρέα με ένα παιδί και θα διασκεδάσετε πολύ!

Καθαρίζω τα λαχανικά, τα κόβω κομμάτια, αλατοπιπερώνω. Κανονικά γίνεται σε ταψί αλλά σήμερα θα ψηθεί στο πήλινο που κάνω συνήθως γιουβέτσι. Αυτό το σκεύος δίνει στο φαγητό εξαίσια γεύση!

Στις μέρες μας οι άνθρωποι αποφεύγουν τα τηγανιτά. Όμως το σοτάρισμα προσθέτει νοστιμιά. Κάνω λοιπόν ένα συμβιβασμό. Τηγανίζω κρεμμύδια, πιπεριές, μελιτζάνες και καρότα και βράζω λίγο στον ατμό τις πατάτες και τα κολοκυθάκια.

Ύστερα τα ανακατεύω, προσθέτω ψιλοκομμένο δυόσμο και μαϊντανό, δαφνόφυλλα, πιπέρι, μπαχάρι, κανέλλα, γαρίφαλλα και τα τοποθετώ στο πήλινο. Περνάω τις ντομάτες στον τρίφτη, προσθέτω τη ζάχαρη και το κρασί και περιχύνω το φαγητό μαζί με το λάδι. 

Έτοιμο για φούρνο, που τον έχω προθερμασμένο. Θέλει 1 ½ ώρα περίπου σε μέτρια θερμοκρασία για να ξεροψηθεί και να καραμελώσει. Ρίχνω καμιά ματιά μήπως ζητήσει λίγο νερό κι αν χρειαστεί το σκεπάζω με αλουμινόχαρτο για να μην «αρπάξει». Πεντανόστιμο θα γίνει!


Τι λέγαμε;… Α, ναι! Φτάνει, που λες, η Γιαγιά-Μαρία 19 χρονών κοριτσάκι, ένα βαλιτσάκι η περιουσία της όλη κι όλη, φτάνει με τρένο από την Ήπειρο στην Αθήνα, μεγάλο ταξίδι τότε! 

Μιά και δυό, ρωτώντας φτάνει στους πρόποδες του Λυκαβηττού, στα όρια του Κολωνακίου, παρακαλώ! Βλέπει κάτι φτωχές γυναίκες, τις ρωτάει «που μπορεί να βρει κανείς εδώ ένα σπιτάκι να μείνει;» Της λένε «εμείς εδώ βολευτήκαμε, μείνε κι εσύ. Να, σ’ εκείνο εκεί το οικόπεδο κανείς δε μένει ακόμα. Δε χτίζεις εδώ ένα καλυβάκι;»… «Και δε χτίζω;» σκέφτεται η δικιά μου.

Τη φιλοξενούν λοιπόν κάτι καλοί άνθρωποι, Μικρασιάτες πρόσφυγες, και ξεκινάει το άλλο πρωί η γιαγιά μου κι ανεβαίνει στον Λυκαβηττό και ξεκολλάει κάτι πέτρες, «κοτρώνες» τις έλεγε, και τις σπρώχνει ώσπου να κατρακυλήσουν μέχρι κάτω και να σταματήσουν στο χαντάκι που είχαν σκάψει οι γείτονες για να μην τους πάρει τα σπίτια το νερό της βροχής. Από εκεί τις παίρνει μια-μια και τις τσουλάει όπως μπορεί μέχρι το οικόπεδο. Μόλις στήνει τους τοίχους, βρίσκει και κάτι λαμαρίνες και νά σου το ακίνητο! Κατάλαβες πώς ήταν οι γυναίκες τότε; Πώς ήταν η ζωή!


Έχω να σου πω κι άλλες πολλές ιστορίες για τη γιαγιά μου, που πέρασε και μια Γερμανική Κατοχή σ’ αυτή την παράγκα κι επιβίωσε – εμείς να δούμε τώρα πώς θα τη βγάλουμε «καθαρή» - αλλά είναι ώρα να βγάλουμε το Μπριάμ από το φούρνο.


Αυτό το φαγητό τρώγεται μια χαρά και ζεστό και κρύο. Όπως η Ιστορία.Κάτσε τώρα να σου βάλω λίγο σ’ ένα ταπεράκι για το σπίτι! 

Είναι ένα απλό, ταπεινό φαγάκι για απλούς ανθρώπους αλλά με σπουδαία γλυκόξινη γεύση και μεγάλη επίγευση, ακριβώς όπως η Ιστορία…


Μη με ξεχάσεις, να ξανάρθεις!








Με αγάπη,
η θεία Μαριλίζ



ΥΓ. Δοκίμασες τη σόγια που σου έγραψα την προηγούμενη εβδομάδα;
Κι αν δεν μπορείς να φας μπριάμ χωρίς σκόρδο, κανείς δεν σε εμποδίζει να το βάλεις.



* Μοιραστείτε το link με φίλους & εγγραφείτε στα μέλη αναγνώστες του blog για να ενημερώνεστε πρώτοι!

2 σχόλια:

Πείτε μας τη γνώμη σας